Στο έλεος του Θεού οι οικισμοί Άλφα Εράνου, Λιβάδι, Πόρτα, Πριόνι

Οικισμοί ορεινών Κιμμερίων: Τόσο κοντά και τόσο… «μακριά» από την Ξάνθη – Σελ. Μπογιάρ: «Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε τα τελευταία χρόνια – Στο…δασαρχείο τα χωράφια των παππούδων και προπαππούδων των οικισμών»

Άλφα Εράνου, Λιβάδι, Πόρτα, Πριόνι. Αυτοί είναι μόνον μερικοί από τους οικισμούς των ορεινών Κιμμερίων, που υπάγονται στον Δήμο Ξάνθης (Δημοτική Κοινότητα Κιμμερίων) για τους οποίους όμως κανείς δεν έχει φροντίσει τα τελευταία δέκα χρόνια, από τότε που ξεκίνησε και η μετακόμιση των τελευταίων κατοίκων των οικισμών προς τα Κιμμέρια, αφού το ηλεκτρικό ρεύμα δεν έφτασε ποτέ…επάνω!

Οικισμοί παρατημένοι, χωριουδάκια που άλλοτε έσφυζαν από ζωή με τους κατοίκους να καλλιεργούν την γη. Μια γη, που λόγω μη κατοχής τίτλων ιδιοκτησίας «διεκδικεί» το Δασαρχείο Ξάνθης.

Βέβαια, τόσο η συναισθηματική όσο και η περιουσιακή αξία που έχουν τα κατοικήσιμα κατά τα άλλα σπίτια και οι καλλιεργήσιμοι κατά τα άλλα μπαχτσέδες και μικροχώραφα, αποτελούν κίνητρα για να επισκέπτονται οι νυν κάτοικοι των Κιμμερίων, αυτά τα χωριά, να περιποιούνται ο,τι τους έχει απομείνει ή και να διαμένουν κάποιες μέρες, χωρίς βέβαια να μπορούν να βάλουν ούτε ένα φαγητό στην «φωτιά», καθώς αυτό προϋποθέτει…ηλεκτροδότηση.

«ΧΩΡΙΣ ΡΕΥΜΑ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΑΥΤΑ – ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΘΗΚΕ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ»

Για όλα τα παραπάνω μίλησε στην «Θ» γνωστός Δημοτικός Σύμβουλος και κάτοικος των Κιμμερίων κ. Σελαιδήν Μπογιάρ, εξηγώντας ότι «το πιο γνωστό χωριό πάνω από τα Κιμμέρια είναι το Άλφα Εράνου. Σε αυτά τα χωριά οι άνθρωποι έχουν τα χωράφια τους, έχουν τα σπίτια τους. Εκεί έζησαν για πολλά χρόνια. Μάλιστα αν και οι άνθρωποι αυτοί δήλωσαν τα χωράφια τους, το δασαρχείο τα απορρίπτει, γιατί δεν είχαν τίτλους. Κάποτε σε αυτά τα χωριά δεν έδιναν τίτλους ιδιοκτησίας στην μειονότητα. Κατά τους πολέμους, αυτά τα χωριά τα προστάτευε ο Ελληνικός Στρατός, η ελληνική πολιτεία. Δεν τα προστάτευαν οι αντάρτες. Θα πρέπει να τακτοποιηθούν αυτά τα χωριά για να υπάρχει ζωή. Να γίνουν οι δρόμοι, να πάει ρεύμα. Ο κόσμος έφυγε και κατέβηκε προς τα Κιμμέρια, επειδή δεν υπάρχουν δρόμοι προς τα χωράφια. Την τελευταία δεκαετία έχει φύγει όλος ο κόσμος από πάνω. Πηγαίνουν βέβαια, τα επισκέπτονται, τα συντηρούν, σπέρνουν τα μπαχτσεδάκια τους, δεν τα έχουν παρατήσει. Έχουν φύγει επειδή δεν υπάρχει ρεύμα, δεν υπάρχουν ασφαλτοστρώσεις, δεν υπάρχουν σωστοί δρόμοι. Ποτέ δεν έφτασε ρεύμα εκεί. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε τα τελευταία χρόνια για αυτά τα χωριά για να αξιοποιηθούν και να αποκτήσουν και πάλι ζωή. Σε αυτά τα χωριά υπάρχει 1000 ετών ιστορία. Συγκοινωνία όμως δεν υπήρχε, ρεύμα δεν υπήρχε, ο κόσμος πήγε στο…φεγγάρι και οι άνθρωποι αυτοί έμεναν εκεί χωρίς ρεύμα. Επίσης παλαιότερα καλλιεργούσαν τα χωράφια και δούλευαν με μουλάρια. Σήμερα χρειάζονται μηχανήματα, αλλά πως θα μπει μηχάνημα αν δεν υπάρχει δρόμος και ρεύμα; Με τα μουλάρια θα συνεχίσουν να οργώνουν;»

«ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ ΤΑ ΧΩΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ – ΤΑ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΤΟ ΔΑΣΑΡΧΕΙΟ»

«Η νεολαία θέλει να ανέβει επάνω. Θέλουν να δουλέψουν τα χωράφια, να τα καλλιεργήσουν αλλά δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές για να γίνει αυτό. Είναι εκτάσεις των παππούδων, των πατεράδων μας και έχουν και συναισθηματική αξία. Υπάρχουν επίσης ακόμη και κατοικήσιμα σπίτια και άνθρωποι που πηγαίνουν για να μείνουν. Βέβαια δεν ζουν καθημερινά εκεί, αλλά πηγαίνουν δυο – τρεις φορές την εβδομάδα. Όμως δεν υπάρχει δίκτυο ηλεκτροδότησης. Ούτε νερό ανεβαίνει βέβαια. Δεν μπορεί να ανέβει εκεί επάνω, αλλά μπορούν να βγάλουν νερό από τις πηγές. Μπορούν να γίνουν φυσικά και γεωτρήσεις. Μπορεί να αξιοποιηθεί η περιοχή. Θέλουν να συνεχίσουν την «ζωή» εκεί επάνω οι άνθρωποι, αλλά κάποιοι αναγκάστηκαν να φύγουν και στο εξωτερικό γιατί δεν έχουν από πού να ζήσουν» συνέχισε ο ίδιος, σημειώνοντας παράλληλα ότι «σήμερα το Δασαρχείο τα έχει καταλάβει όλα τα χωράφια, λόγω του ότι τα τελευταία χρόνια δεν δουλεύτηκαν καθόλου, ενώ κάποτε από αυτά τα χωράφια ζούσαν ολόκληρες οι οικογένειες. Τα χωριά αυτά, δυστυχώς τα έχουν εγκαταλείψει. Αν δοθούν τα κίνητρα και οι προοπτικές, ο κόσμος θα επιστρέψει σε αυτά τα χωριά και θα προσφέρει. Είναι κρίμα να «εξαφανιστούν» και βέβαια ο Δήμος Ξάνθης θα πρέπει να ενδιαφερθεί για την υπόθεση με το Δασαρχείο. Εξάλλου σε όλα τα χωριά αυτά το σύνολο των κατοίκων άγγιζε ίσως και τα πεντακόσια άτομα. Ο κόσμος αναγκάστηκε να κατέβει γιατί αν κάποιος αρρώσταινε δεν μπορούσαν ούτε να τον κατεβάσουν με το αυτοκίνητο. Αν κάποιος ήταν άρρωστος και χρειάζονταν οξυγόνο, πως θα το λειτουργούσε χωρίς ρεύμα; Τι θα έκανε; Από την άλλη, δεν μπορείς να οργώνεις με άλογο ή με μουλάρι ακόμη. Θα πρέπει να μπει μηχάνημα. Πως θα λειτουργήσει το μηχάνημα χωρίς ρεύμα και πως θα φτάσει εκεί χωρίς δρόμους προς τα χωράφια. Το σημαντικό είναι να παρέμβουν οι αρμόδιοι και να λυθεί το θέμα με το δασαρχείο για να πάρουν οι άνθρωποι αυτοί πίσω τα χωράφια τους».

{Πηγή δημοσίευσης: https://www.thraki.com.gr, 10/4/2019}