Το λεγόμενο «Παρθένο Δάσος» έχει έκταση 5.892 στρέμματα, βρίσκεται στο βορειότατο άκρο του ελληνικού τμήματος της οροσειράς της Ροδόπης και αποτελεί τμήμα του Δάσους του Φρακτού. Η ονομασία Φρακτό καθώς και η παλιά ονομασία Ζαγκραντένια σημαίνει «φραγμένο μέρος» λόγω των γύρω βουνοκορφών και της πυκνής βλάστησης. Ονομάζεται και Παρθένο Δάσος Παρανεστίου. Αναγνωρίστηκε ως παρθένο το 1979 και από το 1980 έχει ανακηρυχτεί «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης». Βρίσκεται υπό καθεστώς ειδικής προστασίας, λόγω της μεγάλης φυτογεωγραφικής, οικολογικής και ιστορικής του αξίας. Να σημειώσουμε πως «παρθένο» θεωρείται ένα δάσος, που έχει εξελιχθεί χωρίς να έχει υποστεί καμιά ανθρώπινη παρέμβαση όπως υλοτόμηση, αξιοποίηση, φυτοκομικό χειρισμό ή διαχείριση, κ.λπ. Δηλαδή δημιουργείται, αναπτύσσεται και αναγεννιέται χωρίς ανθρώπινη επέμβαση. Εξελίσσεται σαν φυτοκοινωνία φυσικά, με τις επιδράσεις του βιοτικού και αβιοτικού περιβάλλοντος της περιοχής. Για να μην υπάρχει παρανόηση δεν εννοούμε ότι δεν υπήρξε ή υπάρχει κάποια ανθρώπινη παρουσία ή κάποια ήπια δραστηριότητα, αλλά ότι η μέχρι σήμερα ανθρώπινη επίδραση δεν διατάραξε το δασικό οικοσύστημα. Όπως είναι φυσικό σε ένα παρθένο δάσος συνυπάρχουν διάφορα είδη πλατύφυλλων και κωνοφόρων ειδών, διαφορετικών ηλικιών και μεγεθών, αφού δεν κόβεται κανένα δέντρο και δεν γίνεται διαχείριση με αραιωτικές ή αποψιλωτικές υλοτομίες.

Όπως και σε όλα τα τέτοιου είδους Μνημεία της Φύσης μέσα στο Παρθένο Δάσος απαγορεύεται αυστηρά κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Έτσι, το δάσος λειτουργεί σαν ένα «εργαστήρι της φύσης», επιτρέποντας στους επιστήμονες να εξάγουν πολύτιμες πληροφορίες για τις επιστήμες της δασολογίας, της οικολογίας, της εδαφολογίας κ.ά. Όσον αφορά τα δασικά είδη, πρόκειται για ένα μικτό δάσος ελάτης, ερυθρελάτης και οξιάς, μέσα στο οποίο εμφανίζονται κατά διαστήματα κι άλλα είδη, όπως πεύκα (δασικό και βαλκανικό πεύκο), σημύδες, σφεντάμια, λεύκες, κ.ά. Στον υπόροφο του δάσους συναντάμε ενδιαφέροντα από βοτανικής άποψης είδη, αλλά και σπάνια ενδημικά είδη, όπως ο γνωστός ενδημικός κρίνος της Ροδόπης. Όσο πλούσια είναι η χλωρίδα του Παρθένου Δάσους, άλλο τόσο ενδιαφέρουσα και αντιπροσωπευτική για την γεωγραφική περιοχή είναι και η πανίδα του. Μέσα, αλλά και περιμετρικά του δάσους μπορούμε να συναντήσουμε αγριογούρουνα, αγριόγιδα, ελάφια, αλλά και σαρκοφάγα όπως λύκους και αρκούδες ακόμα, που ζουν σε θαυμαστή αρμονία με άλλα μικρότερα είδη ανενόχλητα από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και το παράνομο κυνήγι που μαστίζει την βόρεια Ελλάδα. Όσον αφορά την ορνιθοπανίδα, το δάσος και η ευρύτερη περιοχή είναι παράδεισος για του παρατηρητές πουλιών. Μαυροτσικλιτάρες, αγριόκουρκοι, δασοφυλλοσκόποι, καρυοθραύστες, αλλά και σπάνιοι χρυσαετοί και σταυραετοί συγκαταλέγονται στις δεκάδες ειδών που έχουν παρατηρηθεί εδώ. Στο σύμπλεγμα Φρακτού αναπαράγονται περισσότερα από 32 είδη θηλαστικών και τελευταία, σύμφωνα με μαρτυρίες έχει θεαθεί και ο θεωρούμενος υπό εξάλειψη στην Ελλάδα, λύγκας. Εξ ίσου ενδιαφέρουσα είναι και η πανίδα των αμφιβίων με 13 είδη και η ερπετοπανίδα με 25 καταγεγραμμένα είδη. Το Παρθένο Δάσος βρίσκεται υπό καθεστώς απολύτου προστασίας και η είσοδος σε αυτό επιτρέπεται μόνο για επιστημονικούς λόγους με την εξασφάλιση ειδικής άδειας πρόσβασης από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και κατόπιν ενημέρωσης του τοπικού Δασαρχείου Δράμας. Η περιφερειακή ζώνη προστασίας που περιβάλλει το Παρθένο Δάσος αποτελεί μαζί του το λεγόμενο «Δάσος Φρακτού», μια δασωμένη περιοχή 119.352 στρεμμάτων. Και σε αυτή τη ζώνη ισχύει καθεστώς προστασίας, αλλά όχι τόσο αυστηρό όσο για το Μνημείο της Φύσης. Απαγορεύονται η βοσκή και το κυνήγι, αλλά επιτρέπεται η παραγωγή ξυλείας και η δασική αναψυχή, είναι δηλαδή ανοικτό σε επισκέπτες.

Αφετηρία για τη γνωριμία με το δασικό σύμπλεγμα μπορεί να αποτελέσει το δασικό εργοτάξιο, ή δασικό χωριό Φρακτού που βρίσκεται σε απόσταση 8,5 χιλιομέτρων από το Παρθένο Δάσος. Για να ευχαριστηθείτε την περιήγηση στην ευρύτερη περιοχή του Φρακτού, υπάρχει η δυνατότητα από 1η Ιουλίου έως 30 Νοεμβρίου να φιλοξενηθείτε στο δασικό εργοτάξιο αφού συνεννοηθείτε με το Δασαρχείο. Σημειωτέον ότι οι επισκέπτες πρέπει να έχουν πάρει άδεια από το Δασαρχείο για την επίσκεψή τους στο δάσος, έστω και αν δεν διανυκτερεύσουν στο εργοτάξιο. Από εδώ, ο επισκέπτης μπορεί να επιλέξει μία από τρεις διαθέσιμες διαδρομές: Μία κατευθύνεται προς το Παρθένο Δάσος, μια δεύτερη προς την τοποθεσία «Βιλαώρα» και η τρίτη προς τους περίφημους καταρράκτες του Αχλαδοχωρίου.

Η πρώτη διαδρομή ξεκινάει βόρεια από το δασικό εργοτάξιο και μετά από 8 περίπου χιλιόμετρα φτάνει στην ελεγχόμενη με μπάρα είσοδο στο Παρθένο Δάσος. Από εκεί ξεκινάει ένα μονοπάτι 200 μέτρων προς την δασική θέση «Πανόραμα» σε υψόμετρο περίπου 1750 μέτρων στις παρυφές του Παρθένου Δάσους από όπου η πανοραμική θέα είναι εκπληκτική. Αν αποφασίσετε να κατευθυνθείτε προς την περιοχή «Βιλαώρα», θα ξεκινήσετε νοτιοανατολικά του εργοταξίου και η πεζοπορία μέσα στο υπέροχο δάσος με τις συστάδες δασικής πεύκης, βελανιδιάς και οξιάς θα σας αποζημιώσει. Οι επιλογές είναι πάμπολλες μέσα από το υπάρχον δίκτυο δασικών δρόμων και οι πεζοπορικές αποστάσεις κυμαίνονται από 3 έως 7 χιλιόμετρα. Αν φτάσετε στην κορυφογραμμή θα καταλάβετε πάραυτα γιατί ονομάστηκε η περιοχή «Βιλαώρα» αφού η θέα των επάλληλων κορυφογραμμών στον ορίζοντα, κόβει την ανάσα. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε την τρίτη διαδρομή προς Αχλαδοχώρι, θα κατευθυνθείτε νότια και θα αρχίσετε να κατεβαίνετε σε υψόμετρο σε σχέση με το Παρθένο Δάσος. Από το ερειπωμένο χωριό συνεχίστε προς Αχλαδόρεμα. Οι καταρράκτες είναι πέντε, εκ των οποίων οι τρείς συνεχούς ροής. Μέσα στο δίκτυο των δασικών δρόμων θα σας οδηγήσουν με ασφάλεια οι πινακίδες της τοπικής Δασικής Υπηρεσίας. Χρήσιμες είναι και οι κίτρινες πληροφοριακές πινακίδες με πληροφορίες σχετικά με τα δασικά είδη. Αναφέρουν το μέγιστο ύψος, την διάρκεια ζωής του και άλλα στοιχεία.